Ο ταλαντούχος κύριος "Μάκα"

Επιμέλεια: Δημήτρης Παπαδήμας


Από πιτσιρικάς με μια μπάλα στα πόδια. "Ο γιος μου γεννήθηκε για να παίζει ποδόσφαιρο", ισχυριζόταν ο πατέρας του. Πολλά χρόνια αργότερα ο Στιβ ΜακΜάναμαν, έχοντας δικαιώσει προ πολλού τον άνθρωπο που τον στήριξε στα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα και όντας πλέον σχολιαστής σε τηλεοπτικά πάνελ, κοιτάζει πίσω στο χρόνο και βλέπει μια καριέρα γεμάτη, κατά τη διάρκεια της οποίας φόρεσε εκτός απ' τα κόκκινα της Λίβερπουλ, τα λευκά των "Γκαλάκτικος", τα θαλασσί της Μάντσεστερ Σίτι και τη φανέλα με το εθνόσημο στο στήθος. Μια καριέρα η οποία ξεκίνησε ακριβώς 27 χρόνια πριν όταν πραγματοποίησε το επαγγελματικό του ντεπούτο με τη φανέλα της Λίβερπουλ σε ηλικία 18 ετών, σ' ένα παιχνίδι με αντίπαλο την Σέφιλντ Γιουνάιτεντ στο Άνφιλντ! 


Ποιος να του 'λεγε όταν παρακολουθούσε από την Gwlady's Street End του "Γκούντισον Παρκ" την αγαπημένη του Έβερτον να χάνει με 0-5 σ' εκείνο το Merseyside Derby της 6ης Νοεμβρίου του 1982, πως λίγα χρόνια αργότερα θα φορούσε τη φανέλα της ομάδας που εκείνη την ημέρα τον απογοήτευσε τόσο. Καμιά φορά η ζωή παίζει περίεργα παιχνίδια. Παρά το γεγονός πως τα "Ζαχαρωτά" προσέγγισαν τον πατέρα του προσφέροντας στον γιο του μονοετές συμβόλαιο συνεργασίας, εκείνος επέλεξε την Λίβερπουλ που επίσης έκανε κρούση και κάπως έτσι ο ΜακΜάναμαν εντάχθηκε στις ακαδημίες των κόκκινων σε ηλικία 14 ετών. 


Το 1990 φοράει για πρώτη φορά τα κόκκινα της πρώτης ομάδας (περνώντας σαν αλλαγή στο 80ο λεπτό εκείνου του παιχνιδιού με την Σέφιλντ στο Άνφιλντ), υπογράφει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο και  την αμέσως επόμενη σεζόν, με τον Τζον Μπάρνς να μένει εκτός γηπέδων για μεγάλο χρονικό διάστημα εξαιτίας ενός σοβαρού τραυματισμού στον αχίλλειο τένοντα, ο ΜακΜάναμαν γίνεται βασικός παίρνοντας 51 παιχνίδια στα οποία σκόραρε 11 γκολ, μοιράζοντας παράλληλα και αρκετές τελικές πάσες. Η πρώτη του ολοκληρωμένη σεζόν με τα κόκκινα τον βρήκε να πανηγυρίζει με τους συμπαίκτες του την κατάκτηση του FA Cup, με τον ίδιο να ανακηρύσσεται καλύτερος ποδοσφαιριστής του τελικού! 


Ο ΜακΜάναμαν, παίζοντας στα άκρα, είχε δείξει από πολύ νωρίς την ποδοσφαιρική του ποιότητα και όπως ήταν λογικό δεν άργησε να προσελκύσει τα φώτα της δημοσιότητας. Οι προσδοκίες προς το πρόσωπό του μεγάλωσαν πολύ γρήγορα, με τα μίντια του Νησιού να τον χαρακτηρίζουν μαζί με τον Ράιαν Γκιγκς τα δύο μεγαλύτερα ταλέντα του βρετανικού ποδοσφαίρου. Οι επόμενες δύο χρονιές όμως ήταν κακές τόσο για την Λίβερπουλ, η οποία έμενε μακριά απ' την διεκδίκηση τίτλων, όσο και για τον Στιβ ο οποίος έμεινε σχεδόν ένα χρόνο (363 μέρες για την ακρίβεια) χωρίς να καταφέρει να χριστεί σκόρερ. Όλα άλλαξαν ξανά προς το καλύτερο όταν το 1994 ανέλαβε προπονητής ο Ρόι Έβανς. O Άγγλος τεχνικός θεώρησε πως ο ΜακΜάναμαν περιορίζεται στα άκρα και έτσι αποφάσισε να του δώσει έναν σαφώς πιο ελεύθερο ρόλο στον άξονα. Απόφαση που αποδείχθηκε καθοριστικά ευεργετική τόσο για την ομάδα όσο και για τον ίδιο τον ΜακΜάναμαν! 

Η Λίβερπουλ, με τον ΜακΜάναμαν ως βασικό της γρανάζι, επέστρεψε στην διεκδίκηση του πρωταθλήματος σηκώνοντας και το πέμπτο League Cup της ιστορίας της, σ' έναν τελικό με αντίπαλο την Μπόλτον στον οποίο ο "Μάκα" σκόραρε εις διπλούν, όντας ο πολυτιμότερός ποδοσφαιριστής μας σ' εκείνη τη νίκη με 2-1 στο Γουέμπλεϊ! Ήταν επίσης πρωταγωνιστής στην πορεία της εθνικής Αγγλίας μέχρι τον ημιτελικό του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος το 1996. Ήταν φανερό πλέον πως ο ΜακΜάναμαν, ειδικά μετά και την αποχώρηση του Μπαρνς, αποτελούσε ποδοσφαιριστή "βαρόμετρο" στις προσπάθειες της Λίβερπουλ να επιστρέψει στους τίτλους. Το πρωτάθλημα όμως, παρά τις καλές σε γενικές γραμμές προσπάθειες της ομάδας, δεν ήρθε ποτέ και κάπου εκεί άρχισαν να ηχούν στ' αυτιά του υπαρχηγού τότε της Λίβερπουλ (ο Πολ Ινς ήταν ο πρώτος αρχηγός) σειρήνες δελεαστικών προτάσεων από το εξωτερικό. Το ενδιαφέρον της Γιουβέντους δεν πήρε ποτέ επίσημη μορφή, η πρόταση της Μπαρτσελόνα ύψους 12 εκ. λιρών έγινε αποδεκτή απ' τη διοίκηση αλλά αποδείχθηκε απλά ένα μέσω πίεσης από πλευράς Καταλανών για να εξασφαλίσουν την υπογραφή του Ριβάλντο και έτσι ο ΜακΜάναμαν παρέμεινε κάτοικος Λίβερπουλ με έναν χρόνο να απομένει μέχρι την ολοκλήρωση του συμβολαίου του. Ο τότε πρόεδρος της ομάδας Ντέιβιντ Μουρς έφτασε σε προφορική συμφωνία για ανανέωση της συνεργασίας αλλά το διοικητικό συμβούλιο θεώρησε υπερβολικές τις οικονομικές απαιτήσεις του διεθνή Άγγλου και οι διαπραγματεύσεις κατέληξαν τελικά σε αδιέξοδο. Βέβαια όπως αργότερα δήλωσε ο ίδιος ο ΜακΜάναμαν, "το θέμα δεν ήταν το οικονομικό. Τα λεφτά που μου πρόσφερε η Λίβερπουλ ήταν καλά αλλά ήθελα να φύγω. Μέχρι τότε δεν είχα παίξει ποτέ στο Champions League, κάτι που είχε μεγάλη σημασία για μένα. Έπαιζα πραγματικά καλό ποδόσφαιρο και ήθελα να τεστάρω τον εαυτό μου. Ένοιωθα πως έπρεπε να φύγω. Ήθελα να πάω στο εξωτερικό, Δεν ήθελαν να πάω κάπου και να παίξω ενάντια στην Λίβεπρουλ. Έπαιζα καλά και υπήρχε ενδιαφέρον από πολύ καλές ομάδες. Μπαρτσελόνα, Ρεάλ Μαδρίτης, Γιουβέντους. Ήμουν ένα βήμα πριν πάω στην Ιταλία. Έκανα μαθήματα ιταλικών για σχεδόν ένα χρόνο και είχα μιλήσει με του Ρας και Πλατ για την κατάσταση εκεί. Αλλά το Γενάρη ήρθε το ενδιαφέρον της Ρεάλ. Ήταν οι πρωταθλητές Ευρώπης, οι πρωταθλητές κόσμου, ήταν η καλύτερη ομάδα στη γη. Η λευκή φανέλα που είχε φορεθεί από θρύλους όπως ο Πούσκας, ο Ντι Στέφανο και όλοι αυτοί. Κάπως έτσι κατέληξα στην Μαδρίτη."  

Τον Γενάρη του 1999 ο ΜακΜάναμαν ανακοινώνει πως με τη βοήθεια του νόμου Μπόσμαν θα αποχωρίσει απ' το Άνφιλντ με τη λήξη του συμβολαίου του το ερχόμενο καλοκαίρι και θα μετακομίσει στη Μαδρίτη για λογαριασμό της Ρεάλ, μετά από 364 εμφανίσεις και 66 γκολ με τη φανέλα της Λίβερπουλ.
"Μου πρότειναν ένα μεγάλο και πολύ σημαντικό συμβόλαιο. Αν υπέγραφα με την Λίβερπουλ για 3,4,5 ακόμη χρόνια θα έφτανα στα 30 μου και δεν νομίζω πως τότε θα μπορούσα να φύγω για το εξωτερικό. Ήταν κάτι που αν δεν το έκανα τώρα, στα 35 μου ή στα 36 μου θα κοιτούσα πίσω και θα μετάνιωνα για μια απόφαση που δεν πήρα και δεν θέλω να συμβεί κάτι τέτοιο." δήλωνε εκείνες τις μέρες. Η τελευταία του σεζόν με τη φανέλα της Λίβερπουλ δεν ήταν κι η καλύτερή του, με την τελευταία του εμφάνιση να πραγματοποιείται στις 16/5 του 1999 σ' ένα παιχνίδι με αντίπαλο την Γουίμπλεντον στο Άνφιλντ, με τις δύο ομάδες να τον χειροκροτούν παρεταγμένες πριν την έναρξη και τον κόσμο να του προσφέρει ένα τελευταίο απλόχερο χειροκρότημα με τη λήξη. 

Στη Μαδρίτη έγινε ο πιο επιτυχημένος Άγγλος ποδοσφαιριστής που είχε αγωνιστεί στο εξωτερικό βάση τροπαίων, έχοντας κερδίσει 8 και έχοντας συμμετάσχει σε 11 τελικούς στα 4 χρόνια παρουσίας του εκεί, ενώ παράλληλα ήταν ο έκτος καλύτερα αμειβόμενος ποδοσφαιριστής στον κόσμο! Αγωνίστηκε για τη Ρεάλ 152 φορές πετυχαίνοντας 16 γκολ πριν επιστρέψει στα πάτρια εδάφη τον Αύγουστο του 2003 για λογαριασμό της Μάντσεστερ Σίτι, όπου και κρέμασε μετά από δύο χρόνια τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια. 


Ένας ποδοσφαιριστής που είχε πάντα την τάση να συγκεντρώνει τα φώτα και τα βλέμματα πάνω του. Δεν ήταν κι ούτε είναι πολλοί αυτοί που καταφέρνουν μέσα στο χορτάρι να συνδυάζουν τόσο άρτια ταχύτητα, τεχνική κατάρτιση και ποδοσφαιρική οξυδέρκεια όντας παράλληλα ικανοί να στέλνουν "με συνέπεια" την μπάλα στο πλεχτό. Προσπερνούσε τους αμυντικούς σαν σταματημένους κάνοντας το να μοιάζει τόσο απλό και εύκολο. Αναμφίβολα, διαχρονικά παρών στις συζητήσεις για τους πιο ταλαντούχους ποδοσφαιριστές που έχουν φορέσει τη φανέλα της μεγάλης Λίβερπουλ.




Share on Google Plus

About Δημήτρης Παπαδήμας

Αρθρογραφούμε για τo "LiverpoolFans.gr" με στόχο την έγκυρη και έγκαιρη ενημέρωσή σας γύρω από την αγαπημένη μας ομάδα.